CULTURE'S SLUT RADIO · ζώον ερωτικόν · POEMS IN MY POCKET

θύμιση

στο ανθολόγιο των κενών ονείρων που μονοπωλούν τη μορφή σου

άφησα ένα αποξηραμένο κλαδάκι από γιασεμί

για να ποτίσει λίγη καλή τύχη.

έλεγες πως η μυρωδιά της καμένης ζάχαρης πάνω στο πύρινο μάτι

σού θυμίζει τη μητέρα σου.

εμένα πάλι τη μητέρα μου μού τη θυμίζουν οι σιωπηλές ευχές

τα πράγματα να μην γινόντουσαν έτσι

και τα σπασμένα γυαλιά από τον καθρέπτη που έσπασε από μόνος του μέσα στο μπάνιο

είναι τα προικιά που μού άφησε από τη σκληρή της αγάπη.

μακάρι να μεγάλωνα και η μητέρα μου να μην αγαπούσε τα όνειρα της για το υπερεγώ μου

και να προσπαθούσε να με καταλάβει.

και μιλώντας για μαμάδες

ποιος το φανταζόταν

τότε εκείνο το σούρουπο του ιουνίου

που είπες οτι γελιέμαι που θα νομίσω πως θα κλάψεις για μένα όταν φύγω

αφού δεν έκλαψες που έχασες τη μάνα σου

ο ίδιος, σχεδόν ένα χρόνο μετά ομολόγησες

μαζί της

πως είμαι καλύτερη από αυτή.

σε βοήθησα για να με βοηθήσω

για να μην χαθώ μέσα στα μάταια λόγια

στους ιδιοτελείς ανθρώπους

και στους γελοίους διαγωνισμούς.

θυμάμαι που έκλαιγα γοερά

για κάποιες αδερφικές προδοσίες

και εσύ με κοίταζες και δεν μιλούσες

μόνο μού χάιδεψες το μάγουλο

και για μια στιγμή είπες

μακάρι να είχες κι εσύ κάποιον τότε που έκλαιγες για τη χαμένη σου οικογένεια

να σκουπίσει το δάκρυ σου.

τη τελευταία μέρα σε ξύπνησα πάλι με κλάματα

μετά από προσβλητικά λόγια και αδερφικές αρνήσεις

να μου δώσουν ένα κομμάτι ψωμί για να φάμε.

τώρα που τα σκέφτομαι ετεροχρονισμένα

όλες σου οι αλητείες βγάζουν νόημα.

αλήτης όμως δεν ήσουν

μόνο και μόνο γιατί δεν άντεχες να με βλέπεις να κλαίω.

εκείνο το χειμώνα

που με είχαν καταστρέψει τα λερωμένα χέρια της εργασιακής εκμετάλλευσης

μια στιγμή θυμάμαι

με είχες πάρει αγκαλιά και επαναλάμβανες λυπητερά

«μωρό μου τι σου κάνανε»

χαιδεύοντας τα σημάδια μου.

εκείνες τις στιγμές πονούσαμε σαν άνθρωποι.

και τώρα;

σαν τι πονάμε;

απόψε μετά από πολύ καιρό φοβήθηκα

γιατί νόμισα οτι μού χτυπάς την πόρτα

για μια στιγμή πίστεψα στο θαύμα

και η αίσθηση της χαράς και της αδρεναλίνης

έσβησαν με τρέμουλο όταν άνοιξα την πόρτα και τελικά δεν φάνηκε η μορφή σου.

αρχίζω να τρελαίνομαι ή να νιώθω σαν παιδί;

μικρή η διαφορά.

και σήμερα έσπρωξα τη μέρα

και με απροσεξία σκόνταψα στη νύχτα

και με κατάπιε.

άλλος ένας μήνας που θα ζεις μέσα μου

ίσως τελικά αυτό να είναι η αγάπη

-η κατάργηση του χωροχρόνου και η ζωή σε ένα άυλο παρόν

αποτελούμενο από επαναλαμβανόμενες ονειρικές εικόνες

και τηλεφωνήματα 8 λεπτών-

παράξενο

η αγάπη έρχεται με το χρόνο και σβήνει το χρόνο

μέχρι και εμάς

να μας καταπιεί η λήθη

«σαν τραγούδι ερωτικό

τα πουλιά θα τη λένε

χίλια χρόνια μετά

στα βουνά θα πετά

χίλια χρόνια μετά

την αγάπη μας θα τη λεν’

σαν παραμύθι

στα παιδιά.